Αθανασούλης Κρίτων: Απόσπασμα από την διαθήκη μου

Δεν θέλω να γενείς περίγελος του κόσμου.
Σου αφήνω τον ίδιον ήλιο που άφησε σε μένα
ο πατέρας. Τ’άστρα θα φέγγουνε ίδια, οι νύχτες
ίδια θα σε καλούν σε γλυκόν ύπνο,
η θάλασσα θα σε γεμίζει όνειρα. Σ’αφήνω
το πικραμένο μου χαμόγελο να το ασωτέψεις,
όμως μη με προδώσεις. Σήμερα ο κόσμος τούτος
είναι φτωχός. Ματώθηκε πολύ ο κόσμος τούτος
κι απόμεινε φτωχός. Γίνου εσύ πλούσιος
κερδίζοντας του κόσμου την αγάπη.
Σ’αφήνω τον μισοτελειωμένο αγώνα
και το όπλο μου με την πυρακτωμένη κάνη.
Μη το κρεμάσεις στον τοίχο. Ο κόσμος το’χει ανάγκη.
Σου αφήνω το παράπονό μου. Τόσο πόνο
κερδισμένο στις μάχες του καιρού μου.
Να θυμάσαι. Αυτή την εντολή σου αφήνω.
Να θυμάσαι θα πει να μην πεθάνεις.
Μην πεις ανάξιος ότι στάθηκα, ότι
με πήρε μπρος η απελπισιά και πίσω
ξέμεινα στο χαράκωμα. Αχ, μύρια φώναξα «όχι»,
αλλά φυσούσε αγέρας πολύς, βροχή, χαλάζι
κι έθαψαν τη φωνή μου. Σ’αφήνω
την ιστορία μου γραμμένη με το χέρι
κάποιας ελπίδας. Εσύ να την τελειώσεις.
Σ’αφήνω των ηρώων τ’αγάλματα
με κομμένα χέρια, παιδιά που δεν προφτάσαν
να πάρουν το σεμνό σχήμα του ανθρώπου,
μητέρες μαυροφόρετες, κόρες ατιμασμένες.
Σ’αφήνω του Μπέλσεν και του Άουσβιτς τη μνήμη.
Μην αργήσεις να μεγαλώσεις. Θρέψε καλά
την απαλή καρδιά σου με τη σάρκα
της ειρήνης του κόσμου, αγόρι, αγόρι.
Μάθε, εκατομμύρια αδέλφια σου αθώα
χάθηκαν μονομιάς στα κρύα τα χιόνια
σ’ένα τάφο κοινό κι αποριγμένο.
Κι ονομάζονται εχθροί,ώ, οι εχθροί του μίσους.
Σ’αφήνω τη διεύθυνση του τάφου
να πας το επίγραμμά μου ν’αναγνώσεις.
Σ’αφήνω τα στρατόπεδα της πόλης
ανάμεσα σ’αιχμαλώτους που λένε
όλο ναι και μέσα τους βρυχιέται
το σκλαβωμένο τ’ όχι του ελεύθερου.
Είμαι κι εγώ απ’αυτούς που απ’έξω λένε
της ανάγκης το ναι, μέσα μου θρέφω τ’όχι.
Έτσι έγινε ο καιρός μου. Στρέψε
το γλυκό βλέμμα σου στην άχαρή μας δύση.
Το ψωμί είναι πετρωμένο, το νερό λάσπη
κι η αλήθεια είναι πουλί χωρίς τραγούδι.
Αυτά σ’αφήνω. Κέρδισα το θάρρος
νά’μαι περήφανος. Προσπάθησε να ζήσεις.
Πήδα το φράγμα μόνος σου κι ελευθερώσου.
Σε περιμένω να μου πεις. Αυτά σ’αφήνω.

*Από τη συλλογή “Δύο άνθρωποι μέσα μου”, Εκδόσεις “Δαίδαλος”, Αθήνα 1957.