Χτυπούσαν ώρες πολλές την πόρτα μου να ανοίξει
αλλά, εγώ δεν έχω πόρτα, ούτε σπίτι
Ετοίμαζαν ταινίες αυτοκόλλητες να με φιμώσουν
αλλά, εγώ δεν έχω στόμα, ούτε φωνή
Ακόνιζαν τεράστια ψαλίδια να κόψουν τα μαλλιά μου
αλλά, εγώ δεν έχω μαλλιά, ούτε κεφάλι
Έτσι, τους άφησα κενούς στόχων ζωής, περίλυπους
και τους ξεγλίστρησα
σαν την ταπεινότητα που μου γλιστράει από τα χέρια
Επειδή έκαναν το ολίσθημα και μου άφησαν τα χέρια
κατάφερα να γράψω πως δεν φοβόμουνα τον θάνατο
αλλά τον φόβο του θανάτου
Έπειτα, με τα ίδια χέρια
σκότωσα μύριους καθημερινούς θανάτους
και έκανα την αξιοπρέπεια ασπίδα
Και άντε τώρα να τους πω, ότι ναι μεν
αλλά, εγώ δεν έχω χέρια, ούτε σώμα