Ως να ήταν σε ταινία βουβή,
σε σύθαμπο του χρόνου
κι ήταν πληγές ψιμύθιο περασμένες,
αλλά του χρόνου τα σημάδια δεν ακούνε.
Κι ένα αεράκι άηχο να τρεμοπαίζει,
ρούχα φαρδιά, μαλλιά αραιά που υποχωρούνε,
ευθυτενή τα βλέμματα, συμβιβασμένες υγρασίες.
Κατέβαιναν, ανέβαιναν, αποχωρούσαν,
ήταν σε κίνηση αργή ψαρί κοπάδι
με το συναίσθημα, μαλλί ακούρευτων προβάτων
μπλεγμένο κολλιτσίδες και ασπαλάθους να βαραίνει.
Και σάμπως κάτι τους συνέδεε
τόσοι μαζί να προχωράνε, χωρίς λόγο, δε συμβαίνει.
Τον χρόνο κουβαλούσανε σαν σε κηδεία.
(Από την ποιητική συλλογή “Άλλα Ρούχα“, εκδόσεις Γαβριηλίδη)