Παναγιώτου Γιώργος Α.: ΒΟΛΟΣ Ε.Π.Ε.

ΒΟΛΟΣ Ε.Π.Ε.
τα πέταλα έχουν ένα δικό τους λόγο αποδημίας
ομοια θρόισμα παιδίσκης
καθώς στους δρόμους χάραξαν νεκρούς
και το αρματαγωγό «Κένταυρος Χείρων»
απέπλεε για τις Σποράδες
μεταφέροντας χειρονομίες
κι άχρηστους κάλυκες οβίδων
για να στολίσουν του κυρ Αλέξανδρου το λείψανο
υπακούοντας στην αλχημεία των στημόνων
οι λέξεις κρουνός αιμάτινος
ορθάνοιχτος στην εγκαρτέρηση
αναζητούν ένα σχήμα λευκό
μετά από επέλαση στιφών βαρβαρικών
της υπομονετικής μυθολογίας των νέων κωδίκων
μεθαιμοσφαριναιμική κυάνωσις και ινοδώλυσις
οι απαστράπτουσες σημάνσεις διασκορπισμένων φυτών
πολιτεία από ασβέστη και κάρβουνο
απολιθωμένα σταλάγματα ο λαός σου
urben venalem et matoure perituram
όμοια σμήνος απο ανέκραχτες αστραπές
βαλσαμωμένα αγριοπερίστερα και θημωνιές αρμύρας
οι φανατικοί αυστριακοί υπήκοοι της συνοικίας Παλαιών
και οι βηματοδότες δοσίλογοι της παραλιακής λεωφόρου
με αγχώδηγ λαγνεία να επικοινωνήσουν γυρεύοντας
με τον άκραχτο κύσθο κάθε διατρήτης παρθένου
επιστρατεύοντας θαλασσινές φήμες και μπριγιαντίνη
οι αμετανόητοι μεταπράτες των δυτικών συνοικιών
θηρεύουν δάκρυα στο χώρο της Συναγωγής
επαναστατημένα κλειδοκύμβαλα
στις αίθουσες της Λέσχης κοινωνίας
μπρούτζινα πτυελοδοχεία κατοικούν
εκεί που άνθιζε σπορά και περηφάνεια
κι εξουθενωμένοι από την βασκανία των γεννητόρων
των άψογα ενδεδυμένων αστών της περιμετρικής ζώνης
προγραμματίζουν τον πυρετό και το όνειρο
καταπατώντας την αλαβάστρινη όψι του τοπίο σου
βολιώτικο έρεβος, βολιώτικη άβυσσός
Inferno των μαγνήτων
Το ποιήμα συνεχίζεται αλλά ηθελα να δώσω ένα ακόμα δείγμα της τρυφερότητας και της αγάπης που είχε για την γλώσσα…
Vicessimo quinto anno
της αδελφής μου
σ΄ αγαπώ και δεν το θέλω
γιατί μοιάζεις των αγέλλω.
(απεραθίτικο γνωμικό)
όταν ο πόλεμος
κοιμάται μες στα μάτια σου
και οι πυροστιές των αστεριών
ανάβουνε τραγούδια
όταν ο ίσκιος του μεσημεριού
στους ώμους σου λαγήνι φορτωμένο
κι οι δρόμωνες για μια σου ματιά
κουρσεύουνε τον κόσμο
όταν τα πελματα ιδρώνουνε
σκάβουν αναζητώντας ουρανό
κι οι φυλλωσιές των μαχαιριών
λαμποκοπούνε καρμίνιο κι αλάτι
κορίτσι προσμένει το ιωβηλαίο του
λουσμένο πικραμύγδαλο
βασιλικό φωτιά και δυόσμο
σταμπάτο φόρεμα ο ουρανός
μαχαίρι μαυρομάνικο στον κόρφο σου
ο κόσμος μίκρυνε
μοιράστηκε τα μέτρα σου
σαν ενυδρείο και θαλάμι του ψαριού
ιφθιμε κάρα
τους στίχους μου ελώρια σου καταθέτω
και της εραλδικής οι πρύτανεις
οικόσημο χρυσώνουν το ερωτηματικό σου.